Με αφορμή το τελευταίο περιστατικό ξυλοδαρμού του υπαλλήλου του Μετρό στο σταθμό της Ομόνοιας από τους χαρακτηρισμένους αρνητές του κορωνοϊού , έφερε και πάλι στην επιφάνεια το θέμα των καμερών ασφαλείας στους σταθμούς του Μετρό και την Προστασία των Προσωπικών Δεδομένων.
Είναι πραγματικότητα ότι το συγκεκριμένο θέμα που ξεκίνησε να προκαλεί θύελα αντιδράσεων ήταν το 2015 όταν με απόφαση της κυβέρνησης τοποθετήθηκαν οι πρώτες κάμερες στους συρμούς του Μετρό. Το θέμα απασχόλησε και πάλι την Αρχή Προστασίας Δεδομένων και την ΣΤΑΣΥ το 2019 όταν το Σωματείο Εργαζομένων Λειτουργίας Μετρό Αθηνών κατήγγειλε με ανακοίνωσή του παράνομη παρακολούθηση μέσω των εγκατεστημένων καμερών.
Σύμφωνα με την καταγγελία, ο τομεάρχης Ασφαλείας έχει εγκαταστήσει στο γραφείο του οθόνη μέσω της οποίας μπορεί να παρακολουθεί όλες τις κάμερες των σταθμών 1, 2 και 3 καθώς και των πάρκινγκ τις εταιρείας.
Το σωματείο ζήτησε από τη διοίκηση της ΣΤΑΣΥ πληροφορίες για τη διαδικασία με την οποία ορίστηκαν όσοι μπορούσαν να καταγράφουν το υλικό από τις κάμερες του Μετρό καθώς και αν τηρήθηκαν όσα προβλέπονταν από το νόμο ώστε να διαλυθούν οι σκιές που παρέπεμπαν σε «σκοτεινές και περασμένες» εποχές.
Τη σοβαρότητα του περιστατικού παραδέχθηκε τότε και ο αρμόδιος υφυπουργός Μεταφορών Γιάννης Κεφαλογιάννης, ο οποίος συνηγόρησε στη Βουλή ότι «πράγματι είναι ένα σημαντικό περιστατικό, το οποίο δεν μπορούμε να πούμε ότι κανείς μπορεί να το ξεπεράσει». Ενημέρωσε σχετικά ότι το υπουργείο έδωσε οδηγίες προς τη διοίκηση της ΣΤΑΣΥ, προκειμένου να προβεί σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες, να αποκατασταθεί το πρόβλημα και να αποδοθούν ευθύνες στον υπάλληλο.
Ειδικότερα, όσον αφορά τα συστήματα βιντεοεπιτήρησης στις εγκαταστάσεις του μετρό, ο υφυπουργός δήλωσε τότε ότι «αυτά προορίζονται αποκλειστικά για την ασφάλεια του επιβατικού κοινού, των εγκαταστάσεων και βεβαίως των εργαζομένων της εταιρείας. Και τα συστήματα αυτά έχουν εγκατασταθεί και είναι σε λειτουργία από την κατασκευή του έργου του μετρό της Αθήνας, ενώ η λειτουργία του κλειστού κυκλώματος καμερών λειτουργεί νομίμως κι έχει γνωστοποιηθεί στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, όπως, βεβαίως, προβλεπόταν και από τον προϊσχύσαντα Ν. 2472/1997, που αναφερόταν στην προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα».
Η ΣΤΑΣΥ, ως υπεύθυνος επεξεργασίας των προσωπικών δεδομένων, είχε προσθέσει ότι, “έχει ήδη λάβει τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για τη διαχείριση των συστημάτων βιντεοεπιτήρησης, εξασφαλίζοντας, βεβαίως, την ασφαλή πρόσβαση από εξουσιοδοτημένο προσωπικό, με αρμοδιότητες και συγκεκριμένα καθήκοντα, τα οποία έχουν περιγραφεί στο περίγραμμα της θέσης εργασίας τους και μάλιστα τηρείται μια αυστηρή διαδικασία διαχείρισης του υλικού».
Το θέμα πήρε τότε το δρόμο της δικαιοσύνης, πολλές κάμερες στους σταθμούς παροπλίστηκαν ενώ οι κάμερες στους συρμούς εξαφανίστηκαν. Με το πέρασμα των τελευταίων μηνών και τις καταγγελίες για κλοπές εντός των σταθμών του Μετρό να πληθαίνουν, φτάνουμε στο απίστευτο και αποτρόπαιο περιστατικό της 13ης Ιανουαρίου με τον άγριο ξυλοδαρμό του σταθμάρχη στο σταθμό της Ομόνοιας με δημοσιογραφικές πληροφορίες να αναφέρουν ότι δεν υπάρχει κανένα βίντεο από κάμερες ασφαλείας παρά μόνο ένα ερασιτεχνικό από ένα επιβάτη, ενώ από την άλλη την ΣΤΑΣΥ να δηλώνει ότι το βίντεο από τις κάμερες ασφαλείας του σταθμού είναι στα χέρια της αστυνομίας.
Το μελανό σημείο της όλης ιστορίας και η πραγματικότητα στην Ελλάδα είναι ότι η έννοια της προστασίας προσωπικών δεδομένων μέσα από τις κάμερες ασφαλείας προστατεύει τους δράστες και τους υπαίτιους τέτοιων πράξεων. Η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα από πολλά κράτη στον κόσμο που η προστασία των προσωπικών δεδομένων είναι πιο πάνω από την ασφάλεια των πολιτών. Το συγκεκριμένο περιστατικό θα πρέπει να μας γίνει παράδειγμα και μάθημα. Θα πρέπει να λέμε ναι στην προστασία από την αλόγιστη χρήση και επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων αλλά θα πρέπει πάνω από αυτό να βάζουμε την ασφάλεια των πολιτών. Γιατί αυτή είναι αδιαπραγμάτευτη.
Προσωπική μας λοιπόν θέση σε αυτό το θέμα είναι ότι η ύπαρξη καμερών σε σταθμούς του μετρό δεν θα πρέπει να αποτελεί κίνδυνο για την προστασία των προσωπικών δεδομένων όταν και μόνο έχουν εκτιμηθεί απόλυτα οι κίνδυνοι που απορρέουν από τη συγκεκριμένη επεξεργασία και έχει σχεδιαστεί ένα απόλυτα ασφαλές πλαίσιο γύρω από αυτό. Οι νέες τεχνολογίες των καμερών επιτρέπουν το σωστό σχεδιασμό και την προστασία των δεδομένων όταν χρησιμοποιηθούν σωστά. Η ασφάλεια των πολιτών είναι πάνω από όλα και για τον λόγω του ότι οι αστυνομικές και κατασταλτικές δυνάμεις τις χώρας δεν είναι επαρκής και παντού, καθώς και οι ιδιωτικές φυλάξεις (security) δεν επιλέγονται λόγω αυξημένου κόστους, τα συστήματα βιντεοεπιτήρησης είναι το μοναδικό μέσο που απομένει να βοηθήσει στον εντοπισμό και σύλληψη αυτών που προκαλούν τέτοια περιστατικά
Η αστυνομία δεν επαρκεί παντού, οι εταιρείες security κοστίζουν, οι κάμερες θίγουν τα προσωπικά δεδομένα. Είμαστε η μόνη χώρα που η προστασία των δεδομένων είναι πάνω από την ασφάλεια του πολίτη.